Σάββατο, Ιουλίου 07, 2012

Από την ιστορία της Μονής



Σαν σήμερα πριν 175 χρόνια.
Στην προσπάθεια ανευρέσως καταλλήλου προσώπου για τη χηρεύουσα θέση του Προϊσταμένου της Ρωσικής Πνευματικής Αποστολής στην Αθήνα, το Υπουργείο Εξωτερικών της Ρωσίας ζήτησε από την Ιερά Σύνοδο (του Πατριαρχείου Μόσχας) να διορίσει στην Αθήνα κληρικό κάποιας ηλικίας και αναγνωρισμένης ηθικής, κατά προτίμηση από τις τάξεις του μοναχισμού και με επαρκή γνώση της ελληνικής γλώσσας.
Στη συνεδρία της Ιεράς Συνόδου της 11ης Οκτωβρίου 1835, ο Μητροπολίτης Νόβγκοροντ Σεραφείμ πρότεινε να διορίσουν στην Αθήνα ως αντικαταστάτη του π. Ειρηνάρχου (Τόλγσκι) τον ιερομόναχο Ανίκητο, κατά κόσμον πρίγκιπα Σέργιο Αλεξάντροβιτς Σιρήνσκυ-Σηχμάτωφ, από τη Μονή Γιούργεβ της επαρχίας Νόβγκοροντ, ο οποίος ανταποκρινόταν στις προδιαγραφές του Υπουργείου Εξωτερικών.
Ο ιερομόναχος Ανίκητος, πρώην αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού, ακαδημαϊκός (εξελέγη σε ηλικία μόλις 26 ετών), δόκιμος ποιητής και λογοτέχνης, άνθρωπος υψηλής μορφώσεως και πνευματικότητος, άριστος γνώστης της ελληνικής γλώσσας, έχαιρε σεβασμού στην Πετρούπολη για την αγία, ελεήμονα και ασκητική ζωή του. (είχε παραιτηθεί το 1827 για να αφιερωθεί ψυχή τε και σώματι στην εκκλησία, προσφέροντας απλόχερα την υψηλή σύνταξή του σε έργα ευποιΐας).
Εκείνη την εποχή, που η Ιερά Σύνοδος αποφάσιζε το διορισμό του στην Αθήνα, ο π.Ανίκητος περιόδευε στους Αγίους Τόπους.
Ετσι την εντολή την έλαβε στη Γιάφα, στις 8 Απριλίου του 1836.
Στον τόπο της διακονίας του έφθασε τελικά στις 16 Αυγούστου του 1836.
«Εσκεπτόμην», γράφει, «προτού επιστρέψω εις την πατρίδα μου, ν’ αφοσιωθώ επί εν έτος εις το Άγιον Όρος. Αλλ’ άλλως έδοξε τω Θεώ. Ούτος κάλλιον οίδε τα καθ’ ημάς και τι το δι’ ημάς ωφέλιμον. Μόλις ανεχώρησα εις Γιάφαν, συνήντησα κοινοποίησιν του Προξένου περί διορισμού μου υπό της Ιεράς Συνόδου παρά τη ημετέρα εκκλησία της εν Αθήναις Πρεσβείας. Παρά την αντίθεσιν του τοιούτου διορισμού προς την ενδιάθετόν μου πρόθεσιν, διότι, αντί της μοναχικής προς τον Θεόν απομονώσεως, ώφειλον να διαβιώσω μέσα εις την τύρβην θορυβώδους πόλεως, επειδή έβλεπον και εις το έργον τούτο θείον δάχτυλον, απεδέχθην ταύτην» .
Στις 10 Απριλίου του 1836 κατευθυνόταν ατμοπλοϊκώς προς το Άγιον Όρος, όπου έφθασε στις 9 Μαΐου. Κατέλυσε στη Σκήτη του Προφήτου Ηλιού, όπου έθεσε τα θεμέλια ναού προς τιμήν του αγίου Μητροφάνους του Βορονέζ. Την ακολουθία της θεμελιώσεως ετέλεσεν ο Έλληνας αρχιεπίσκοπος Παγκράτιος. Αφού παρέδωσε σ’ έναν αδελφό τα ποσά, που προσέφεραν ευλαβείς Ρώσοι αδελφοί για την ανέγερση του Ναού, αναχώρησε από το Άγιον Όρος και έφθασε στην Αθήνα στις 16 Αυγούστου 1836.
Κατά το σύντομο διάστημα της παραμονής του στην Αθήνα, ο π.Ανίκητος προσέφερε επιδόματα σε περίπου τριάντα κληρικούς και σημαντικά ποσά στους ιερούς ναούς Ευαγγελιστρίας Τήνου, Αγίου Σπυρίδωνος Πειραιώς, Αγίας Ειρήνης (Μητροπολιτικό Ναό) κ.ά.
Πέντε μήνες, ωστόσο, μετά τον ερχομό του στην Αθήνα η υγεία του άρχισε να κλονίζεται, λόγω της επαναλήψεως κρίσεων «αιμορροϊδικών», από τις οποίες για χρόνια υπέφερε, και κινδύνεψε. Παρά τις προσπάθειες των γιατρών και του βασιλικού αρχιάτρου, η κατάσταση της υγείας του όλο και χειροτέρευε.
Ο λαός, μόλις έμαθε την κρίσιμη κατάστασή του, άρχισε να συρρέει στο κελλί του. Από το πρωί μέχρι το βράδυ, ηλικιωμένοι και γυναικόπαιδα κύκλωναν τη μαρτυρική κλίνη του.
Όταν ρωτήθηκε, αν θέλει να κάνει διαθήκη, απάντησε: «Είμαι μοναχός. Αποδώσατε ό,τι απομένει στη Σκήτη του Προφήτου Ηλιού». Στις 6 Ιουνίου, παραμονή της εορτής του Αγίου Πνεύματος, τελέσθηκε Ευχέλαιο, και την 7η Ιουνίου 1837, αφού αξιώθηκε να κοινωνήσει των Αχράντων Μυστηρίων με πλήρη πνευματική διαύγεια, σε ηλικία 54 ετών, και με ψυχική ηρεμία ο ασκητής ιερομόναχος παρέδωσεν εν ειρήνη το πνεύμα του στον Κύριο. Τα τελευταία λόγια του ήταν «Καιρός, καιρός για την Ιερουσαλήμ».
Η κηδεία του έγινε κατά την εκκλησιαστική τάξη, μεγαλοπρεπώς, στις 10 Ιουνίου, από τον επίσκοπο Αθηνών Νεόφυτο, μαζί με όλον τον κλήρο και πλήθος λαού. Έκλαψαν έναν αλλοεθνή, που έζησε ανάμεσά τους εννέα μόλις μήνες. Τόσο επιδρά η ειλικρινής ευσέβεια στην ψυχή των ανθρώπων.
Η σορός του ετάφη στη Μονή Ασωμάτων (Πετράκη) εις ένδειξιν σεβασμού προς τον άξιο λειτουργό του Υψίστου, τον φιλάγαθο, φιλάνθρωπο και ασκητικό.
Τρία χρόνια μετά το θάνατό του, σύμφωνα με την τελευταία του επιθυμία, ο Προϊστάμενος της Ρωσικής Πνευματικής Αποστολής Αρχιμ. Ανατόλιος Ζωγράφσκυ, μαζί με τον διάκονο Παρθένιο, μετέφεραν τα οστά του στη Σκήτη του Προφήτου Ηλιού του Αγίου Όρους και τα τοποθέτησαν στην αψίδα του δεξιού τοίχου του Ναού του Αγίου Μητροφάνους, του οποίου ήταν κτίτωρ.
Στα 1875, ο στρατηγός Νικολάι Βασίλιεβιτς Γιελάκης επεσκέφθη την σκήτη του Προφ. Ηλιού και εζήτησε να προσκυνήσει τα λείψανα του Ανικήτου. Όταν ανασήκωσαν το κάλυμα της κρύπτης, όλοι οι παριστάμενοι αισθάνθηκαν πολλή ευωδία.
Στο μεταξύ, ο Αθηνών Νεόφυτος διόρισε προσωρινό εφημέριο της Ρωσικής Παροικίας τον υπηρετούντα στον Πόρο ιερομόναχο Μακάριο, Έλληνα, γνώστη της ρωσικής γλώσσας, ο οποίος συχνά λειτουργούσε στα ναυλοχούντα στους ελληνικούς λιμένες ρωσικά σκάφη.
Την 4η Νοεμβρίου του 1838 έφθασε στην Αθήνα ο νέος Προϊστάμενος Αρχιμ. Ανατόλιος Ζωγράφσκυ .
Αρχιμ.Τιμόθεος Σάκκας. Ένας άγνωστος θησαυρός. (Ι.Ναός Ρωσικής Παροικίας Αθηνών). Αθήνα 2006, σελ.50-52 & 147-151.

Σχόλιο: Αξίζει να σημειώσουμε ότι η Αθήνα, τότε, ήταν μόλις 3 ετών Πρωτεύουσα του Ελληνικού Κράτους (από 13.12.1933). Η Μονή Πετράκη ευρίσκετο έξω από την πόλη, αφού η οδός Σταδίου ήταν και ωνομάζετο "περιφερειακή οδός"!) η πλατεία Συντάγματος δεν υπήρχε, και τα Ανάκτορα του Όθωνος (σημερινό Κοινοβούλιο) ήταν ακόμη στα θεμέλια (ολοκληρώθηκαν το 1847). 
Αν συνδυάσουμε και το γνωστό γεγονός ότι ο Κων/νος Οικονόμος εξ Οικονόμων ετάφη τον Μάρτιο του 1857 στην Μονή Πετράκη, όπου ευρίσκεται και μέχρι σήμερα ο τάφος του, συμπεραίνουμε ότι η Μονή εθεωρείτο ως τόπος ταφής επισήμων θρησκευτικών προσώπων. Στην Μονή, επίσης, ετάφη το 1853 και ο σπουδαίος Φιλικός Ιωνάς Κωνσταντινίδης, Επίσκοπος Δαμαλών, του οποίου τα οστά και η επιτύμβια πλάκα σώζεται στην Μονή, μαζί με του ανεψιού του Ιωσήφ Κωνσταντινίδη, Μητροπ.Γυθείου.