Τετάρτη, Απριλίου 14, 2021

Ομιλία Παν/του Αρχ/του π. Φιλουμένου Ρούμπη Α΄ Συμβούλου και Προϊσταμένου Ι.Ν. Αγ.Δημητρίου Όπλων Κάτω Πατησίων στις 27 Μαρτίου 2021 !

 

Χάριτι Θεοῦ, ἡ εὐκλεής πατρίδα μας καί ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία γεραίρουν καί τιμοῦν τήν διακοσιοστήν ἐπέτειον τῆς ἐθνικῆς μας παλιγγενεσίας, ἀναμιμνησκόμενοι τά γέρα καί τά ἄθλα τῶν ἐνδόξων προπατόρων μας, χάρις εἰς τούς ὁποίους τό γένος μας, ἐλεύθερον πλέον τοῦ ὀθωμανικοῦ ζυγοῦ, μπορεῖ νά αὐτοπροσδιορίζεται καί νά ὁδεύει πρός καταξίωσιν τῶν ἰδανικῶν του, τῆς πίστεώς καί τῶν ἀξιῶν, ἀπό τίς ὁποῖες ἐμφορεῖται.

            Ἡ γεραρά καθ’ ἡμᾶς Ἱερά Μονή τῶν Ἀσωμάτων – Πετράκη, ἔχει κάθε λόγον νά πανηγυρίζει καί νά λαμπρύνεται μέ τήν παροῦσα ἐπέτειο, καθώς ἡ Ἱστορία διατρανώνει τήν προσφορά της κατά τούς σκοτεινούς χρόνους τῆς Τουρκοκρατίας καί τήν συμμετοχή της στούς ἀγῶνες τῆς ἐλευθερίας.

            Ἀρχικά, ὁ ἀνιδρυτής της, τοῦ ὁποίου τιμητικῶς φέρει τό προσωνύμιο, Ἀρχιμανδρίτης Παρθένιος Πετράκης

«χαρακτηρίζεται «ιατροφιλόσοφος» λόγω της παιδείας του, υπήρξε ένας από τους λογίους των Αθηνών κατά την πρώτη περίοδο της Οθωμανοκρατίας (1458- 1683).

Ἐπιλέγει καί ἀνακαινίζει τό ὑπάρχον Καθολικό, προκειμένου νά ἐγκαταβιώσει στόν χῶρο αὐτό, γιά νά εἶναι

«πιο κοντά στους ασθενείς του. Ο Παρθένιος παρείχε δωρεάν ιατρικές υπηρεσίες στους ασθενείς Αθηναίους τους οποίους επισκεπτόταν κατ' οίκον. Όταν έπαψε να τους επισκέπτεται λόγω γήρατος, ίδρυσε «ξενώνα» εντός της Μονής Ασωμάτων. Η δωρεάν παροχή ιατρικών υπηρεσιών αποτέλεσε παράδοση για την οικογένεια Πετράκη κατά την προεπαναστατική περίοδο. Κατά τα έτη 1812- 1814 λειτούργησε εδώ «ιατρική σχολή», ώστε να διατηρηθεί η παράδοση της δωρεάν ιατρικής βοήθειας από την οικογένεια Πετράκη.»

            Πέραν τῆς κοινωνικῆς, ὅμως δράσεως, οἱ Πατέρες ἀναδεικνύονται θεματοφύλακες τοῦ γένους.

«Ο Ἡγούμενος Διονύσιος Πετράκης μεταβαίνει το 1795 στην Κωνσταντινούπολη, για να απαλλάξει την Αθήνα από την τυραννία του Αλή Χασεκή», ὁ ὁποῖος ἅρπαζε τίς περιουσίες τῶν Ἑλλήνων καί φόνευε καθέναν πού ἀντιστεκόταν.

            Ἡ Μονή Πετράκη, ἐξάλλου, ἀναλαμβάνει τήν οἰκονομική ἐνίσχυση τῆς Φιλομούσου Ἐταιρείας, ἡ ὁποία ἱδρύθηκε προκειμένου νά ἐπιτευχθεῖ ἡ ἄνοδος

«του μορφωτικού επιπέδου των Ελληνόπαιδων και στην καλλιέργεια του ελληνικού πολιτισμού στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου και των Βαλκανίων μέσω υποτροφιών, εκδόσεων κλπ.»

ἀλλά καί τήν μισθοδοσία τῶν καθηγητῶν καί τίς ὑποτροφίες τῶν σπουδαστῶν τῆς περίφημης Σχολῆς Ἰωάννου Ντέκα, στήν ὁποία δίδαξαν καί Πατέρες τῆς Μονῆς. Μάλιστα ἡ μέριμνα αὐτή τῆς Μονῆς κατακυρώνεται καί πατριαρχικό σιγγίλλιο τοῦ ἔτους 1777.

            Πέραν αὐτῶν, κατά τό 1812 ὁ Διονύσιος Πετράκης, μαζί μέ τούς Ἡγουμένους τῶν Μονῶν Πεντέλης καί Καισαριανῆς, εἶχε ἱδρύσει ἕνα εἶδος ἐπιστημονικῆς Σχολῆς

Γνωστή ἐξάλλου εἶναι ἡ

«συμμετοχή της Μονής Ασωμάτων Πετράκη στις πολιτικές διεργασίες τόσο κατά την Επανάσταση του 1821 όσο και μετά από αυτήν. Ο Διονύσιος Πετράκης υπήρξε μέλος της Α΄ Εθνοσυνέλευσης της Επιδαύρου (20 Δεκεμβρίου 1821-15 Ιανουαρίου 1822), ενώ ο Δαμασκηνός Πετράκης έλαβε μέρος στη Β΄ Εθνοσυνέλευση του ’στρους (29 Μαρτίου- 18 Απριλίου 1823).

Ἐπιπλέον, ὅταν στίς 10 Ἰουνίου τοῦ 1821 ὁ Ὀμέρ Βρυώνης ἀνακατέλαβε τήν Ἀθήνα, οἱ Ἀθηναῖοι κατέφυγαν στήν Αἴγινα, ἐνῷ μετά τήν ἀποχώρησή του καί τήν ἀνακατάληψη τῶν Ἀθηνῶν ἀπό τούς Ἕλληνες, μεταξύ ἄλλων ὁ Ἡγούμενος Διονύσιος Πετράκης ὁ νεώτερος ὁρίστηκε ἁρμόδιος γιά τήν ἐπιστροφή τῶν προσφύγων στήν πόλη. Μαρτυρεῖται, ἐξάλλου ὄτι πατέρες τῆς Μονῆς πολέμησαν ἀνδρείως κατά τήν ἐπιδρομή τοῦ Κιουταχή τόν Ἰούλιο τοῦ 1826, κατά τήν μάχη, τῆς 3ης Ἰουλίου, ὅταν κατελήφθηκε ἀπό τούς Ὀθωμανούς ἡ Μονή καί ἡ περιοχές τῶν Πατησίων καί Σεπολίων.

Η ιατροφαρμακευτική προσφορά της Μονής Ασωμάτων Πετράκη δεν περιορίζεται χρονικώς μόνο στην περίοδο της Οθωμανοκρατίας και του Αγώνα της Ανεξαρτησίας αλλά εκτείνεται και στην πρώτη περίοδο του ελεύθερου ελληνικού βασιλείου.

Ὡς γνωστόν διετέλεσε ὡς στρατιωτικό νοσοκομεῖο ἀλλά καί πυριτιδαποθήκη τοῦ κράτους, γεγονός τό ὁποῖο ἀνάγκαζε τούς Πατέρες νά παραχωρήσουν τά κελλιά τους καί νά ἀναζητοῦν πρόχειρα καταλύματα γιά νά διαμείνουν ἐκτός Μονῆς γιά μεγάλο χρονικό διάστημα.

 

Γιά τούς ὡς ἄνω λόγους, οἱ Πατέρες τῆς Ἱερᾶς Μονῆς, τῇ ἐπινεύσει καί προτροπῇ τοῦ σεπτοῦ Καθηγουμένου μας, Θεοφιλεστάτου Ἐπισκόπου Θαυμακοῦ κ. Ἰακώβου, ἔχοντες ὡς πολύτιμον ἐφόδιον τήν εὐλογίαν τοῦ Μακαριωτάτου Ποιμενάρχου μας, Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ.κ. Ἱερωνύμου Β΄, ἀνελάβαμε τήν διεξαγωγή διαφόρων λατρευτικῶν ἐκδηλώσεων καί δράσεων, προκειμένου νά τιμήσουμε τούς ἀοιδίμους προκατόχους μας.

Μεταξύ αὐτῶν ὑπῆρξε καί ἡ ἀπόφασις τῆς ἀφιερώσεως τῶν ἐφετινῶν Ἀγρυπνιῶν, οἱ ὁποῖες μηνιαίως ἑλκουν τούς φιλακολούθους πιστούς, στούς Ἁγίους ἐνδόξους Νεομάρτυρες τῆς πίστεώς μας. Καί τοῦτο ὄχι τυχαῖα, ἀφοῦ οἱ Νεομάρτυρες εἶναι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι, κατά τόν Ἁγιορείτην Ὅσιον Νικόδημον: «ἔστησαν τά τρόπαια τῆς νίκης κατά τῶν τυραννούντων, κατήργησαν τήν βάρβαρον πλάνην, ᾔσχυναν τούς ἀπογόνους τῆς Ἄγαρ καί διήγειραν πάντας πρός δόξαν καί αἴνεσιν Θεοῦ». Ἐπιπλέον, ὡς ἀλείπτες Νεομαρτύρων ἀνεδείχθησαν πλῆθος Ὁσίων Μοναχῶν, τόσον ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος, ὅσον καί ἀπό ὅλας τάς Μονάς τῆς πατρίδος μας, οἱ ὁποῖοι οἱ ἴδιοι, ἔχοντες πείρα τοῦ μαρτυρίου τῆς συνειδήσεως, ἐνέσπειραν στίς ψυχές αὐτῶν τῶν νέων τῆς πίστεως ἀθλητῶν τόν πόθο τοῦ μαρτυρίου καί τῆς διακηρύξεως μαρτυρίας τῆς ἀληθινῆς πίστεως. Καί ἐπειδή οἱ ὑγειονομικές συνθῆκες κατέστησαν ἀπαγορευτικές γιά τήν τέλεση τῶν Ἀγρυπνιῶν, ἀφιερώσαμε τήν σημερινή ἡμέρα στήν ἀνάμνηση ὅλων τῶν προαναφερθέντων γεγονότων, ἑπόμενοι καί ἐμεῖς τῶν βημάτων τῶν προαπελθόντων πατέρων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς μας, οἱ ὁποῖοι προσέφεραν τά μέγιστα στούς ἀγῶνες ὑπέρ πίστεως καί πατρίδος.

Οἱ πολύαθλοι Νεομάρτυρες, ἑλκοντες τήν καταγωγή ἀπό κάθε γωνιά τῆς Ρωμιοσύνης, νήπια, παιδιά, νέοι, ὤριμοι, γέροντες, Κληρικοί, Μοναχοί καί λαϊκοί, ἀγράμματοι καί ἐπιστήμονες, ἀπό κάθε κοινωνική τάξη, κατέχουν μία ξεχωριστή θέση μέσα στό πολύφωτο νοητό στερέωμα τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας μας, οἱ ὁποῖοι στήν μακρά καί ἀσέληνη νύκτα τοῦ ἐθνικοῦ μας βίου, πού ξεκίνησε μετά τήν πτώση τῆς Βασιλίδος στούς Ὀθωμανούς Τούρκους, ἀνεδείχθησαν τά ἔμψυχα ἐκεῖνα λυχνάρια πού ἐφώτισαν παρακλητικῶς τήν ζωή τοῦ ὑπόδουλου Γένους.

Κατὰ τὴν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας, τὸ μόνο ἀνάχωμα καὶ ἡ μόνη δύναμη ποὺ μποροῦσε νὰ ἀνακόψει τὸ συνεχῶς διογκούμενο κύμα τοῦ ἀφελληνισμοῦ -ἀποτέλεσμα τῆς μακραίωνης σκλαβιᾶς, βίας καὶ παντοδαποὺς καταπίεσης τῶν Ρωμηῶν ἀπὸ τοὺς Ὀθωμανοὺς κατακτητὲς- ἦταν οἱ ἅγιοι Νεομάρτυρες. Αὐτοὶ ἀναζωογονοῦσαν τὴν κλονιζόμενη πίστη τῶν συγχρόνων τους χριστιανῶν, ἐπισφραγίζοντας καὶ ἀνακαινίζοντάς την.

Γίνονται ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι καταφέρνουν νά ἀντιστρέψουν τίς σχέσεις κυριαρχίας ἐντός τῆς Ὀθωμανικῆς Ἀυτοκρατορίας, αποδεικνύοντας την υπεροχή της εν αιχμαλωσία αλλά αγωνιζομένης «Ανατολικής Εκκλησίας» καί ἀναδεικνύουν την σύγχρονη χριστιανική κοινότητα υπέρτερη ακόμη και εκείνης της εποχής των παλαιών εμβληματικών μαρτύρων. Έτσι με το αίμα τους όχι μόνο διατήρησαν στη ζωή τον Ελληνισμό, αλλά και τον οδήγησαν στην Ελευθερία.

Ἡ πανθαύμαστη θυσία τους λειτούργησε ἀφυπνιστικῶς καί λυτρωτικῶς γιά τίς καταρρακωμένες χριστιανικές συνειδήσεις, ἀλλά καί ὡς ἕνα ἠχηρό ἐγερτήριο σάλπισμα πρός τό ὑπόδουλο Γένος. Στό πρόσωπό τους καί κυρίως στήν γενναία ἕως τέλους προσήλωσή τους στήν ἁγία πίστη τοῦ Χριστοῦ, ὁ καθημαγμένος Ἕλληνας εἶδε ἐπίσης καί τήν συνέχεια καί τήν ἀνάσταση τοῦ ἀδούλωτου ἐθνικοῦ του φρονήματος, πού διαχρονικῶς ἀντιστάθηκε ἀποτελεσματικῶς σέ κάθε λογῆς βαρβαρότητα. Ἡ Ἐκκλησία καί τό Γένος ὀφείλουν αἰώνια εὐγνωμοσύνη στούς νέους αὐτούς μάρτυρες, πού περισκέπουν ἁγιαστικῶς, φιλοστόργως, ἀφυπνιστικῶς καί διδακτικῶς τήν ζωή μας μέ τίς ἅγιες πρός Θεόν πρεσβεῖες τους.

Αυτοί, με τη θυσία τους, κράτησαν όρθιο το Γένος. Οι περισσότεροι ανώνυμοι. Ο Θεός τους γνωρίζει. Κι ἐμεῖς σήμερα τούς θυμόμαστε καί καλούμαστε νά μιμηθοῦμε τήν ἀγάπη τους πρός τόν Χριστό, ἡ ὁποία ὡς «θεῖος ἔρως» κατέφλεγε τήν καρδιά τους καί τούς ὁδηγοῦσε ἄφοβα στό μαρτύριο, καθιστῶντας αὐτή τή βαθειά χριστιανική συνείδησή τους ὑπερεθνική, καί γι’ αὐτό ἀληθινά οἰκουμενική.

Καθώς ὅμως τό μυστήριον τῆς ἀνομίας ἐνεργεῖται ἀπροκαλύπτως στίς ὄντως ἀποκαλυπτικές ἡμέρες μας, φρόνιμον εἶναι, ἀδελφοί καί πατέρες, νά εἴμεθα ἔτοιμοι, γρηγοροῦντες καί νήφοντες «ἐν ὑπομονῇ καί πίστει», γιά ὅσα ἡ ἀγάπη καί ἡ πρόνοια τοῦ ἁγίου Θεοῦ ἐπιτρέψει νά συμβοῦν στόν ταρασσόμενο καί κλυδωνιζόμενο κόσμο μας στό ἐγγύς ἤ στό ἀπώτερο μέλλον, ἐνισχυόμενοι, φωτιζόμενοι καί ἁγιαζόμενοι ὑπό τοῦ θείου τῆς Ἐκκλησίας μας Δομήτορος, τοῦ «πιστοῦ καί ἀληθινοῦ μάρτυρος», Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, λέγοντος: «Ἰδού, ἔρχομαι  κράτει ὅ ἔχεις, ἵνα μηδείς λάβῃ τόν στέφανόν σου» καί γίνου πιστός ἄχρι θανάτου καί δώσω σοι τόν στέφανον τῆς ζωῆς». Γένοιτο.