Διον.Αρεοπαγίτου. ΠEΡI ΘEIΩΝ OΝOΜAΤΩΝ ΙΙΙ, 2. (προς τον Απ.Τιμόθεο Επίσκ.Εφέσου)
«Ἡνίκα καὶ ἡμεῖς, ὡς οἶσθα, καὶ αὐτὸς καὶ πολλοὶ τῶν ἱερῶν ἡμῶν ἀδελφῶν ἐπὶ τὴν θέαν τοῦ ζωαρχικοῦ καὶ θεοδόχου σώματος συνεληλύθαμεν, παρῆν δὲ καὶ ὁ ἀδελφόθεος Ἰάκωβος καὶ Πέτρος, ἡ κορυφαία καὶ πρεσβυτάτη τῶν θεολόγων ἀκρότης, εἶτα ἐδόκει μετὰ τὴν θέαν ὑμνῆσαι τοὺς ἱεράρχας ἅπαντας, ὡς ἕκαστος ἦν ἱκανός, τὴν ἀπειροδύναμον ἀγαθότητα τῆς θεαρχικῆς ἀσθενείας, πάντων ἐκράτει μετὰ τοὺς θεολόγους, ὡς οἶσθα, τῶν ἄλλων ἱερομυστῶν ὅλος ἐκδημῶν, ὅλος ἐξιστάμενος ἑαυτοῦ καὶ τὴν πρὸς τὰ ὑμνούμενα κοινωνίαν πάσχων καὶ πρὸς πάντων, ὧν ἠκούετο καὶ ἑωρᾶτο καὶ ἐγιγνώσκετο καὶ οὐκ ἐγιγνώσκετο, θεόληπτος εἶναι καὶ θεῖος ὑμνολόγος κρινόμενος».
Όταν και εγώ, όπως γνωρίζεις, αδελφέ Τιμόθεε, και αυτός ο Διδάσκαλός μας, ο Απόστολος Παύλος, και πολλοί από τους αδελφούς Ιεράρχες που σπεύσαμε να συνατηθούμε, να αντικρίσουμε και να προσκυνήσουμε το πάντιμο και πανσέβαστο θείο σκήνωμα της Θεομήτορος, το θεοδόχο και ζωαρχικό, ήταν δε παρών και ο αδελφόθεος Ιάκωβος και ο Πέτρος, ο πρεσβύτατος και σεβαστός και κορυφαίος και πρώτιστος των θεολόγων, αφότου ευλαβικά και εκστατικά αντικρίσαμε επί ώρα σιωπηλοί το τίμιο σκήνος της Παναχράντου, αισθανθήκαμε αναγκαίο ο κάθε ιεράρχης να αναπέμψει ύμνο προς την άφραστη μεγαλοσύνη Της, όπως και όσο μπορούσε ο καθένας, να ανταποκριθεί στο μυστικό και βαθύτατο μεγαλείο Της, και να εκφράσουμε υμνητικά και ευγνωμονικά ύμνο στην μητρική στοργή Της, η οποία πάντοτε αποδεικνύεται δραστική και με απεριόριστη αποτελεσματικότητα και η οποία εκείνη τη στιγμή φανέρωνε ένα οξύμωρο συνταίριασμα θεϊκής μεγαλοπρέπειας και εξουσίας και ανθρώπινης αδυναμίας, καθώς Την βλέπαμε την βασίλισσα των ουρανών και των αγγέλων άπνουν ενώπιόν μας. Τότε λοιπόν ξεχώριζε και επικρατούσε ο διδάσκαλός μας ο Απ. Παύλος, μόλις έλαβε τον λόγο μετά τους κορυφαίους Αποστόλους, όπως γνωρίζεις και θυμάσαι και μόνος σου, και ξεπερνούσε όλους τους άλλους ιερομύστες και επισκόπους, ευρισκόμενος ολοκληρωτικά σε άλλον κόσμο, έχοντας βγει κι από τον ίδιο τον εαυτό του και ζώντας άλλη ουράνια πραγματικότητα, δείχνοντας ολοφάνερα ότι ζούσε και μετείχε πολύ ενεργά στα θεία μεγαλεία, τα οποία υμνούσε, και όλοι όσοι τον άκουγαν και τον έβλεπαν διεπίστωναν ότι είναι κυριευμένος από Άγιο Πνεύμα και είναι πραγματικά θεϊκός υμνολόγος, και συνάμα ένιωθαν ότι αυτός και η θεία έκστασή του διέφευγαν από την πλήρη κατανόησή τους. Δηλαδή ζούσε πνευματικές καταστάσεις, όπου αυτοί καταλάβαιναν μεν τη γνησιότητά τους, αλλά συνάμα ἐνιωθαν ότι δεν μπορούν να καταλάβουν το βάθος και το πλήρωμα αυτών των βιωμάτων του Αποστόλου Παύλου.